ΣΤΑ ΚΡΕΜΑΤΟΡΙΑ
Κλείνουν τα μάτια από την κούραση
στα περπατήματα τα διψασμένα.
Καίνε τα χείλη από το φόβο τους
μες τα στρατόπεδα τα ξεχασμένα.
Τρέμουν τα χέρια και τα γόνατα
μπρος τον απάνθρωπο, μοιραίο δρόμο.
Οδυνειρά σκιρτούν τα σπλάχνα τους
από ασίγαστο, ατόφιο τρόμο.
Οσμή θανάτου αδιαπέραστη,
και μια σιγή που κόκκαλα τσακίζει.
Σειρά τα νούμερα προσμένουνε
την τιμωρία που δήθεν τους αξίζει.
Τσουβάλια γίνονται τα σώματα
στων Γερμανών τα παγωμένα χέρια.
Και οι ψυχές τους τσουρουφλίζονται,
και συναντούν του ουρανού τ' αστέρια. -