ΣΑΝ ΘΑ ΦΥΓΩ
Να μου γλύφει ο ηλιος το πρόσωπο,
να νομίζω πως είν' όλα ψέμα,
να θωρρώ την απέραντη θάλασσα,
και να νιώθω να βράζει το αίμα.
Ν' ανεβαίνω νωρίς στο κατάστρωμα,
να ρουφώ της αυγής την αλμύρα,
να ξεσπάνε στο σώμα τα κύματα,
τα γαλάζια νερά της πλημμύρα.
Να πατάω στην άμμο ξυπόλητη, να κυλιέμαι γυμνή μες τα φύκια,
να με λούζει το γυάλινο χάδι της, να στεγνώνω στα άσπρα χαλίκια.
Να μεθώ με το φρέσκο της άρωμα, φιλντισένια να βρίσκω κοχύλια,
να γεμίζει μ' αλάτι τους πόρους μου, να τη γεύομαι στα δυο μου χείλια.
Έτσι θέλω να ζήσω τη θάλασσα, έτσι θέλω να νιώσω το κύμα,
κι έχω ευχή ταπεινή και παράκληση όταν έρθει της ώρας το κρίμα:
ΣΑΝ ΘΑ ΦΥΓΩ ΝΑ ΡΙΞΕΙΣ ΤΙΣ ΣΤΑΧΤΕΣ ΜΟΥ
ΣΤΟ ΓΑΛΑΖΙΟ ΚΙ ΑΠΕΡΑΝΤΟ ΜΝΗΜΑ. -
( .....για όποιον το βρει πρώτος.....)